- συνεκφαίνω
- συνεκ-φαίνω,A show forth or display together,
τὴν παρασκευήν App.BC1.39
; signify together,τινί τι Plu.2.33d
, cf. Gal.16.725:—[voice] Pass., Ar.Did.Epit.28.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τὴν παρασκευήν App.BC1.39
; signify together,τινί τι Plu.2.33d
, cf. Gal.16.725:—[voice] Pass., Ar.Did.Epit.28.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
συνεκφαίνω — ΜΑ [ἐκφαίνω] παθ. συνεκφαίνομαι λάμπω μαζί («ὥσπερ τῇ ἐξάψει τῆς φλογὸς καὶ ἡ αὐγὴ συνεκφαίνεται», Γρηγ. Νύσσ.) αρχ. 1. φανερώνω, παρουσιάζω ταυτοχρόνως 2. δηλώνω, σημαίνω μαζί ή συγχρόνως («τῷ ἐλευθέρῳ συνεκφαίνων τὸν ἀδεῆ καὶ μεγαλόφρονα»,… … Dictionary of Greek
συνεκφάντωρ — ορος, ὁ, Μ αυτός που φανερώνει κάτι από κοινού με κάποιον άλλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < συνεκφαίνω + επίθημα τωρ (πρβλ. σημάν τωρ)] … Dictionary of Greek
συνεκφαντικός — ή, όν, Α [συνεκφαίνω] αυτός που δηλώνει από μόνος του και κάτι άλλο («εἴδη τοῡ κτητικοῡ τρία... συνεκφαντικὸν τὸ συνεκφαῑνόν τι μεθ ἑαυτοῡ οἷον γραμματικός συνεκφαίνει γὰρ τὴν γραμματικήν», Μέγα Ετυμολογικόν) … Dictionary of Greek